Το άρθρο αναδεικνύει τη σημασία της παρουσίας σχολικών νοσηλευτών στα ελληνικά σχολεία και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν λόγω της υποστελέχωσης και των νέων ρυθμίσεων. Παρά την αύξηση του αριθμού των νοσηλευτών, η μετακίνηση τους μεταξύ σχολικών μονάδων, ακόμη και σε απόσταση 100 μέτρων, δημιουργεί κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια των μαθητών.
Η ρύθμιση αυτή επιτρέπει την απουσία νοσηλευτικής υποστήριξης για σημαντικό μέρος του ωραρίου, προκαλώντας ανησυχία σε εργαζόμενους και γονείς. Οι ειδικοί προτείνουν τη διασύνδεση σχολείων με μονάδες υγείας για την άμεση αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών, υπογραμμίζοντας πως η υγεία των μαθητών είναι αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα.
Διαβάστε παρακάτω
Οι περισσότεροι μαθητές, ήδη από μικρή ηλικία, βλέπουν το σχολείο ως δεύτερο σπίτι τους -και όχι αναίτια· Είναι ο χώρος όπου περνούν μεγάλο μέρος της ημέρας τους.
Μπορεί λοιπόν, η οικειοποίηση των αιθουσών διδασκαλίας και του προαύλιου να ταυτίζεται με την ασφάλεια για τα παιδιά, στην πραγματικότητα όμως, κάθε σχολείο ελλοχεύει κινδύνους. Παραδείγματος χάριν, κατά τη διάρκεια του πολύωρου προγράμματος, είναι αναμενόμενο να παρουσιαστούν αιφνίδια προβλήματα υγείας.
Μαθητές που ζαλίζονται, έφηβες με πόνους περιόδου, περιστατικά λιποθυμίας, αλλά ακόμα και η άγνοια κινδύνου που χαρακτηρίζει τις μικρότερες ηλικίες, μπορεί να οδηγήσει εύκολα σε ατυχήματα. Φυσικά, από όλα αυτά, δεν γίνεται να αφήσουμε εκτός και τα παιδιά με χρόνια νοσήματα ή αυξημένες υγειονομικές ανάγκες.
Και ενώ θα περιμέναμε η παρουσία σχολικού νοσηλευτή να ήταν αυτονόητη, πολλά σχολεία στην Ελλάδα στερούνται υγειονομικής κάλυψης. Ο σχολικός νοσηλευτής, σύμφωνα με την υπάρχουσα νομοθεσία «υποστηρίζει μαθητές για τους οποίους έχει εκδοθεί απόφαση έγκρισης υποστήριξης από τη Διεύθυνση Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, κατόπιν σχετικής γνωμάτευσης δημοσίου νοσοκομείου (…) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και Υγείας, ορίζεται η διαδικασία, εξειδικεύονται τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις παροχής σχολικού νοσηλευτή, οι κατηγορίες ωφελούμενων μαθητών και καθορίζεται κάθε άλλο ειδικό, τεχνικό ή λεπτομερειακό θέμα που σχετίζεται με την εφαρμογή της παροχής».
Τουτέστιν, ιατρικό προσωπικό τοποθετείται σε ένα σχολείο, μόνο ύστερα από αίτηση γονέων με παιδιά που πάσχουν από χρόνια νοσήματα ή έχουν ποσοστό αναπηρίας και με προϋπόθεση την έγκρισή της από τις αρμόδιες υπηρεσίες.
Σημειώνεται πως από τον Σεπτέμβριο μάλιστα, θα μπουν στα σχολεία σχεδόν 6.000 νοσηλευτές, από τους 2.300 που υπήρχαν μέχρι την προηγούμενη χρονιά και άφηναν εκτεθειμένους περίπου 600 μαθητές που χρήζαν διαρκούς ιατρικής παρακολούθησης και περίθαλψης, βάση διαγνώσεων.
Μέσα στο ήδη αυτό υποστελεχωμένο περιβάλλον, τίθεται σε ρύθμιση το άρθρο 151, το οποίο αντικαθιστά την παρ. 5 του άρθρου 34 του ν. 3699/2008, με τρόπο που όχι απλώς δεν αποκαθιστά, αλλά θεσμοποιεί επισφαλείς πρακτικές που θέτουν σε κίνδυνο την υγεία των μαθητών.
Αναλυτικότερα, προβλέπεται η μετακίνηση του σχολικού νοσηλευτή μεταξύ συστεγαζόμενων, χωρίς κοινό προαύλιο χώρο ή όμορων σχολικών μονάδων, που βρίσκονται σε ακτίνα 100 μέτρων (από τα 500 μέτρα που είχε αρχικά ειπωθεί) από το σχολείο που έχει επισήμως τοποθετηθεί.
«Ο Σχολικός Νοσηλευτής οφείλει να έχει αδιάλειπτη φυσική παρουσία σε κάθε διδακτική ώρα και σε όλα τα διαλείμματα της σχολικής μονάδας όπου έχει τοποθετηθεί. Αν, σύμφωνα με το άρθρο 151, αναλάβει και “όμορη” μονάδα σε απόσταση έως 100 μ., αναγκάζεται να “κατατμήσει” το ωράριό του ή να κατανείμει εβδομαδιαία την παρουσία του.
Στην πράξη, τις ημέρες ή ώρες που απουσιάζει από την αρχική σχολική μονάδα, οι μαθητές μένουν χωρίς καμία νοσηλευτική υποστήριξη· όταν ο νοσηλευτής βρίσκεται στο δεύτερο κτίριο δεν μπορεί να επιτηρεί τα διαλείμματα, να ανταποκρίνεται άμεσα σε επείγοντα περιστατικά ή να στηρίζει τους μαθητές για τους οποίους έχει εκδοθεί η εγκριτική απόφαση», εξηγεί η Πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Σχολικών Νοσηλευτών, Αθηνά Πρωτόπαππα, επισημαίνοντας στη συνέχεια:
«Η κατάσταση αυτή διαφέρει ουσιωδώς από το “συστεγαζόμενο” σχολείο, όπου τα κτίρια μοιράζονται κοινό προαύλιο ή εσωτερικούς διαδρόμους· εκεί ο νοσηλευτής μπορεί, μέσα σε δευτερόλεπτα, να μεταβεί σε οποιοδήποτε σημείο ανάγκης χωρίς να εγκαταλείψει ουσιαστικά το συγκρότημα. Αντιθέτως, η μετακίνηση σε “όμορο” σχολείο έστω και λίγα μέτρα πιο πέρα—σημαίνει αλλαγή κτιρίου, εισόδου, φύλαξης και συχνά διαφορετικό ωρολόγιο πρόγραμμα.
Ως εκ τούτου, η “όμορη” κάλυψη δεν μπορεί να θεωρηθεί ισοδύναμη με τη συστέγαση σε κοινό προαύλιο χώρο και αναιρεί στην πράξη την απόφαση έγκρισης και το τοποθετημένο ωράριο του νοσηλευτή. Η ρύθμιση εισάγει διοικητική αντίφαση: η ίδια πολιτεία εγκρίνει πλήρη φυσική παρουσία για να διασφαλίσει έναν μαθητή και ταυτόχρονα επιτρέπει την απουσία του νοσηλευτή από το σχολείο επί σημαντικό μέρος του ωραρίου».
Όπως ήταν επόμενο, οι συζητήσεις για την τροποποίηση αυτή, έχει φέρει την έντονη διαμαρτυρία και ανησυχία εργαζομένων και γονέων/κηδεμόνων. Η Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδος τοποθετήθηκε επί του άρθρου 151, εκφράζοντας σοβαρές επιφυλάξεις για τη ρύθμιση που προβλέπει την κάλυψη περισσότερων της μίας σχολικών μονάδων από έναν Σχολικό Νοσηλευτή, ακόμη και με τη μείωση της απόστασης από τα 500 (που τέθηκε αρχικά) στα 100 μέτρα.
Ο Πανελλήνιος Σύλλογος Σχολικών Νοσηλευτών, από πλευράς του, τονίζει μεταξύ άλλων πως το άρθρο 151 νομιμοποιεί επισφαλείς πρακτικές που ήδη εφαρμόζονταν καταχρηστικά, όπως η διαμοιρασμένη εβδομαδιαία παρουσία, η ταυτόχρονη κάλυψη πολλαπλών σχολικών μονάδων, η διακεκομμένη φυσική παρουσία του Σχολικού Νοσηλευτή και η αυθαίρετη κατανομή του χρόνου, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη κρίσιμα ποιοτικά χαρακτηριστικά της προσβασιμότητας, όπως οι πραγματικές διαδρομές, τα ξεχωριστά κτηριακά συγκροτήματα και τα διαφορετικά ωρολόγια προγράμματα.
«Στην ουσία, αναιρεί τη βασική αρχή της συνεχούς, επαγγελματικής και υπεύθυνης νοσηλευτικής υποστήριξης, η οποία αποτελεί θεμέλιο για τη συμπεριληπτική και ασφαλή εκπαίδευση. Η συγκεκριμένη ρύθμιση αποτελεί μια σοβαρή υποβάθμιση του ρόλου του Σχολικού Νοσηλευτή και εισάγει πρακτικές που θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των μαθητών που έχουν εγκεκριμένη ανάγκη για συνεχή νοσηλευτική υποστήριξη εντός του σχολείου».
Όπως υπογραμμίζει και η κ. Πρωτόπαππα, η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν είναι ασφαλής, καθώς δεν υπάρχει σταθερή παροχή ιατρικών υπηρεσιών και κατά επέκταση άμεση και συνεχόμενη φροντίδα, ενώ θέτει σε κίνδυνο τη ζωή των μαθητών λόγω ενδεχόμενων λαθών που μπορεί να προκύψουν από το χρόνο των μετακινήσεων, την ελλιπής ενημέρωση ή την εσφαλμένη αξιολόγηση κάποιου περιστατικού από τους εκπαιδευτικούς, εξαιτίας της απουσίας τους. «Έχουμε προτείνει στο υπουργείο Υγείας να υπάρξει διασύνδεση των σχολικών μονάδων με ολες τις μονάδες υγείας ως δικλείδα ασφαλείας, να υπάρχει δηλαδή ένα τηλέφωνο με ειδικό κωδικό, μόνο για τα σχολεία», γνωστοποιεί η ίδια.
Για την υγεία, που πολλές φορές έχει αποδειχθεί με αίσιο ή τραγικό τρόπο, πως κάθε δευτερόλεπτο μετρά, ακόμα και η μικρή θεωρητικά απόσταση των 100 μέτρων που καλείται να καλύψει ένας νοσηλευτής είναι καθαριστική.
Η υγεία και η ασφάλεια των μαθητών δεν είναι ακόμη μία πολυτέλεια, αλλά αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα που θα έπρεπε να διασφαλίζεται επαρκώς και ανεξαιρέτως: Είναι τουλάχιστον επιπόλαιο να «σπάμε» τους υγειονομικούς σε κομμάτια, αφήνοντας στην τύχη τους, κάθε φορά που βρίσκονται στο τρέξιμο, τριψήφιο αριθμό παιδιών.
Συνοπτικά
- Η υποστελέχωση και οι νέες ρυθμίσεις για σχολικούς νοσηλευτές δημιουργούν κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια των μαθητών.
- Η μετακίνηση νοσηλευτών μεταξύ σχολικών μονάδων, ακόμα και σε μικρές αποστάσεις, οδηγεί σε ελλείψεις νοσηλευτικής υποστήριξης κατά τη διάρκεια της ημέρας.
- Η Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδος και ο Πανελλήνιος Σύλλογος Σχολικών Νοσηλευτών εκφράζουν ανησυχία για τις πρακτικές που θέτουν σε κίνδυνο την υγεία των μαθητών.
- Προτείνεται η διασύνδεση σχολείων με μονάδες υγείας για άμεση αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών, υπογραμμίζοντας το δικαίωμα στην υγεία των μαθητών.