Οι μη χειρουργικές αντικαρκινικές θεραπείες, όπως η χημειοθεραπεία και η ακτινοθεραπεία, συμβάλλουν στην αύξηση της επιβίωσης των ασθενών με καρκίνο, αλλά προκαλούν συχνές και επώδυνες στοματικές επιπλοκές. Ο στοματικός βλεννογόνος, λόγω της γρήγορης ανανέωσής του, είναι ιδιαίτερα ευάλωτος στις κυτταροτοξικές επιδράσεις αυτών των θεραπειών, οδηγώντας σε στοματίτιδα και άλλες διαταραχές.
Αυτές οι επιπλοκές μπορεί να αναγκάσουν αλλαγές στα θεραπευτικά πρωτόκολλα και να επηρεάσουν αρνητικά την έκβαση της θεραπείας. Η πρόληψη και η αντιμετώπιση περιλαμβάνουν σχολαστική στοματική υγιεινή, καινοτόμες θεραπείες όπως φωτοβιοτροποποίηση και κρυοθεραπεία, καθώς και υιοθέτηση υγιεινών συνηθειών και αντιμετώπιση συνοδών νοσημάτων.
Διαβάστε παρακάτω
Οι μη χειρουργικές μορφές ογκολογικής θεραπείας, όπως η χημειοθεραπεία και η ακτινοθεραπεία, έχουν καταφέρει να αυξήσουν σημαντικά την επιβίωση των ασθενών με καρκίνο. Ωστόσο, συνοδεύονται από πολλές ανεπιθύμητες ενέργειες. Μία από τις συχνότερες και πιο επώδυνες αφορά τη στοματική κοιλότητα, η οποία χαρακτηρίζεται συχνά ως το «εύκολο θύμα» αυτών των θεραπειών.
Οι στοματικές επιπλοκές εμφανίζονται στο 20-40% των ασθενών με συμπαγείς όγκους, ενώ σε κάποιους ογκολογικούς πληθυσμούς φτάνουν μέχρι και το 90%. Απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με την ευαλωτότητα του στόματος στις ογκολογικές θεραπείες, τη συχνότητα των στοματικών επιπλοκών καθώς και για τους τρόπους πρόληψης και αντιμετώπισης δίνει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Κωνσταντίνος Μαντσόπουλος, καθηγητής Ωτορινολαρυγγολογίας, Χειρουργικής Κεφαλής και Τραχήλου στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Erlangen της Γερμανίας, επίκουρος καθηγητής Ωτορινολαρυγγολογίας, Χειρουργικής Κεφαλής και τραχήλου Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Γιατί το στόμα είναι τόσο ευάλωτο;
Όπως εξηγεί ο κ. Μαντσόπουλος ο στοματικός βλεννογόνος ανανεώνεται εξαιρετικά γρήγορα. Κάθε 9 με 16 ημέρες, τα κύτταρά του αντικαθίστανται από καινούρια. Αυτή η ταχύτητα αναγέννησης, που υπό φυσιολογικές συνθήκες προστατεύει τον οργανισμό, γίνεται μειονέκτημα όταν οι κυτταροτοξικοί παράγοντες της χημειοθεραπείας πλήττουν τα κύτταρα που πολλαπλασιάζονται. Έτσι, ο βλεννογόνος τραυματίζεται και δημιουργούνται οι γνωστές επώδυνες βλάβες, η στοματίτιδα ή βλεννογονίτιδα.
Επιπλέον, το στόμα είναι καθημερινά εκτεθειμένο σε μικροτραυματισμούς από την τροφή και την κατάποση, ενώ «φιλοξενεί» μια πολύπλοκη μικροβιακή χλωρίδα με βακτήρια, μύκητες και ιούς. Όλα αυτά συνθέτουν ένα περιβάλλον, όπου οποιαδήποτε βλάβη μπορεί να οδηγήσει εύκολα σε φλεγμονή ή λοίμωξη.
Πόσο συχνές είναι οι στοματικές επιπλοκές;
<glomex-integration integration-id="40599w17mggcy6o3" playlist-id="auto“>
Οι στοματικές επιπλοκές εμφανίζονται στο 20-40% των ασθενών με συμπαγείς όγκους, ενώ σε κάποιους πληθυσμούς φτάνουν μέχρι και το 90%, αναφέρει ο κ. Μαντσόπουλος. Η βλεννογονίτιδα καταγράφεται σε ποσοστά 40-70%, ενώ συχνές είναι και άλλες διαταραχές, όπως αλλοίωση της γεύσης, ξηροστομία, μικροβιακές λοιμώξεις ή ακόμη και οστεονέκρωση της κάτω γνάθου.
Η σοβαρότητα του προβλήματος φαίνεται και από το γεγονός ότι η εμφάνιση στοματικών επιπλοκών μπορεί να αναγκάσει τους γιατρούς να τροποποιήσουν ή να διακόψουν το ογκολογικό πρωτόκολλο σε ποσοστό που φτάνει το 50%. Αυτό, βέβαια, επηρεάζει άμεσα την έκβαση της θεραπείας και, σε πολλές περιπτώσεις, την ίδια την επιβίωση του ασθενούς.
Γιατί οι στοματικές βλάβες έχουν τόσο βαρύ αντίκτυπο;
Ο πόνος είναι ο πρώτος και πιο ορατός παράγοντας. Ο ασθενής δυσκολεύεται να μιλήσει, να φάει ή να πιει, με αποτέλεσμα αφυδάτωση και υποσιτισμό. Η ρήξη του βλεννογονικού φραγμού δημιουργεί πύλη εισόδου για μικρόβια, με αυξημένο κίνδυνο συστηματικής λοίμωξης, ιδίως σε ασθενείς με εξασθενημένο ανοσοποιητικό. Μελέτες δείχνουν ότι όσοι εμφανίζουν βλεννογονίτιδα έχουν διπλάσιο κίνδυνο σοβαρών λοιμώξεων και μέχρι και τετραπλάσιο κίνδυνο θανάτου συγκριτικά με εκείνους που δεν παρουσιάζουν τέτοια επιπλοκή.
Από τη χημειοθεραπεία στην ακτινοβολία: διαφορετικές προκλήσεις
Η χημειοθεραπεία πλήττει τον στοματικό βλεννογόνο τόσο άμεσα (μέσω του σάλιου και των ιστών) όσο και έμμεσα (μέσω της γενικής τοξικότητας στο αίμα και της ανοσοκαταστολής). Αντίθετα, η ακτινοβολία προκαλεί βλάβες μόνο στο πεδίο που ακτινοβολείται, αλλά οι βλάβες αυτές μπορεί να είναι πιο μόνιμες και να χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να αποκατασταθούν.
Μπορεί να προληφθεί;
Η πρόληψη ξεκινά πριν από την έναρξη της θεραπείας, με έναν λεπτομερή οδοντιατρικό έλεγχο και αντιμετώπιση τυχόν οδοντικών προβλημάτων. Η σχολαστική στοματική υγιεινή, με συστηματικό βούρτσισμα, χρήση νήματος και στοματικές πλύσεις, μπορεί να μειώσει σημαντικά την πιθανότητα εμφάνισης βλεννογονίτιδας.
Τα τελευταία χρόνια εφαρμόζονται και πιο καινοτόμες μέθοδοι, όπως η φωτοβιοτροποποίηση (θεραπεία με ερυθρό φως), που διεγείρει την επούλωση των ιστών, αλλά και η κρυοθεραπεία (στην πιο απλή μορφή της με κράτημα πάγου στο στόμα κατά την έγχυση συγκεκριμένων φαρμάκων), που περιορίζει την τοξική δράση στον βλεννογόνο.
Αν και δεν υπάρχουν ακόμη αποτελεσματικά φάρμακα που να προλαμβάνουν πλήρως τις στοματικές επιπλοκές, η έγκαιρη αναγνώριση των ασθενών υψηλού κινδύνου και η υιοθέτηση μιας «επιθετικής» προληπτικής στρατηγικής μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Η σωστή διατροφή, η ενυδάτωση, η αποφυγή καπνίσματος και η αντιμετώπιση συνοδών νοσημάτων, όπως ο διαβήτης, συμβάλλουν επίσης καθοριστικά. Η στοματική κοιλότητα μπορεί να είναι το «εύκολο θύμα» των ογκολογικών θεραπειών, αλλά δεν είναι άοπλη. Με την πρόληψη, τη σωστή υγιεινή και τις νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις, είναι δυνατόν να περιοριστούν οι επιπτώσεις, βελτιώνοντας έτσι την ποιότητα ζωής και τη συμμόρφωση των ασθενών στη θεραπεία τους.
Πηγή – ΑΠΕ
Συνοπτικά
- Οι μη χειρουργικές αντικαρκινικές θεραπείες προκαλούν συχνές στοματικές επιπλοκές, επηρεάζοντας αρνητικά τη θεραπεία.
- Ο στοματικός βλεννογόνος είναι ευάλωτος λόγω της γρήγορης ανανέωσής του, οδηγώντας σε επώδυνες βλάβες.
- Οι στοματικές επιπλοκές εμφανίζονται σε υψηλά ποσοστά και μπορεί να αναγκάσουν αλλαγές στα πρωτόκολλα θεραπείας.
- Η πρόληψη περιλαμβάνει σχολαστική υγιεινή, καινοτόμες θεραπείες και υγιεινές συνήθειες για μείωση των επιπτώσεων.
