Το άρθρο αναφέρεται στο Met Gala που πραγματοποιήθηκε στη Νέα Υόρκη με θέμα «Superfine: Tailoring Black Style», το οποίο εξερευνά την ιστορία και την αισθητική της μαύρης κοινότητας μέσω της μόδας.
Στο πλαίσιο της εκδήλωσης, επισημαίνονται έξι εμβληματικοί μαύροι καλλιτέχνες, όπως η Maya Angelou, ο Jean-Michel Basquiat, η Ella Fitzgerald, η Faith Ringgold, ο Sidney Poitier και η Alice Walker, οι οποίοι έχουν αφήσει ανεξίτηλο στίγμα στην τέχνη και την κοινωνία.
Κάθε καλλιτέχνης παρουσιάζεται με σύντομη βιογραφία και περιγραφή της συνεισφοράς του στον πολιτισμό και τα ανθρώπινα δικαιώματα, αναδεικνύοντας τη σημασία τους στην ιστορία.
Διαβάστε παρακάτω
Το Met Gala που πραγματοποιήθηκε χθες το βράδυ στη Νέα Υόρκη με θέμα: «Superfine: Tailoring Black Style». Εμπνευσμένο από το βιβλίο της Monica L. Miller «Slaves to Fashion», το θέμα εξερευνά την ιστορία, την ταυτότητα και την αισθητική της μαύρης κοινότητας μέσα από τη μόδα και ειδικά το ανδρικό tailoring. Από τον 18ο αιώνα έως σήμερα, η ένδυση υπήρξε εργαλείο έκφρασης, αντίστασης και προσωπικής ταυτότητας.
Με αφορμή την σημαντικότερη βραδιά μόδας, ας θυμηθούμε 6 μαύρους καλλιτέχνες που άλλαξαν τα δεδομένα και έμειναν στην ιστορία.
Maya Angelou
Γεννήθηκε στις 4 Απριλίου 1928 και έφυγε από τη ζωή στις 28 Μαΐου 2014. Πρόκειται για μία από τις σημαντικότερες Αμερικανίδες ποιήτριες αλλ’α και τραγουδίστρια, πεζογράφος, ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των πολιτών και καθηγήτρια πανεπιστημίου. Μέσα σε 50 χρόνια κυκλοφόρησε επτά αυτοβιογραφίες, τρεις μελέτες, ποιητικές συλλογές καθώς και θεατρικές παραστάσεις, ταινίες και τηλεοπτικά προγράμματα. Έλαβε δεκάδες βραβεία και πάνω από 50 τιμητικές διακρίσεις ενώ στις βιογραφίες της επικεντρώθηκε στην παιδική της ηλικία και στα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής της. Η πρώτη αυτοβιογραφία της με τίτλο I Know Why the Caged Bird Sings που κυκλοφόρησε το 1969 ήταν εκείνη που χάρισε διεθνή αναγνώριση.
Πριν ξετυλίξει το ταλέντο της εργάστηκε ως μαγείρισσα, πόρνη, χορεύτρια σε νυχτερινά μαγαζιά, τραγουδίστρια, ηθοποιός στην όπερα Porgy and Bess, συντονίστρια σε συνέδρια των βόρειο-χριστιανών και δημοσιογράφος στην Αίγυπτο και την Γκάνα κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας της Αφρικής. Το 1982 έγινε η πρώτη καθηγήτρια στο Τμήμα Αμερικανικών Σπουδών στο Wake Forest University της Βόρειας Καρολίνα ενώ ήταν ενεργό μέλος του Κινήματος των Δικαιωμάτων των Πολιτών και εργάστηκε στο πλάι του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και του Μάλκολμ Χ. Το 1993, η Angelou αφηγήθηκε το ποίημά της «On the Pulse of Morning» στην ορκωμοσία του Προέδρου Μπιλ Κλίντον και έγινε η πρώτη ποιήτρια που απήγγειλε ποίημά της σε ορκωμοσία Προέδρου των ΗΠΑ μετά τον Ρόμπερτ Φροστ στην ορκωμοσία του Προέδρου Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι το 1961.
Τα έργα της διδάσκονται στα σχολεία και στα πανεπιστήμια όλου του κόσμου αν και κατά περιόδους έγιναν προσπάθειες να αποσυρθούν τα βιβλία της από κάποιες βιβλιοθήκες των ΗΠΑ. Η Angelou θεωρείται από τις πιο σπουδαίες Αμερικανίδες ποιήτριες και συγγραφείς, ως «μια από τις σημαντικότερες καλλιτεχνικές μορφές της Αμερικής κατά την τελευταία 50ετία» και μια από τις «μεγαλύτερες μορφές της παγκόσμιας λογοτεχνίας».
Jean-Michel Basquiat
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης το 1960. Σε ηλικία 17 ετών άρχισε να σχεδιάζει με σπρέι γκράφιτι στο μετρό της Νέας Υόρκης, υπογράφοντας ως SAMO. Εγκατέλειψε το σχολείο και ζούσε πουλώντας μπλουζάκια και καρτ ποστάλ, ζωγραφισμένα από τον ίδιο και στις αρχές της δεκαετίας του άρχισε να εκθέτει έργα του σε ομαδικές εκθέσεις, στη Νέα Υόρκη και στην Ευρώπη. Τη δεκαετία του 1980 έκανε εκθέσεις σε διεθνή μουσεία και γκαλερί σε όλο τον κόσμο, ενώ έγινε γνωστός ως εκφραστής ενός πρωτόγονου νεοεξπρεσιονισμού που αποτυπώθηκε στα έργα του.
Ο Μπασκιά ασχολήθηκε με την ποίηση, τη ζωγραφική και το σχέδιο, ενώ δεν δίστασε να ασκήσει κριτική μέσα από τα έργα ζωγραφικής του. Το 1981, ο ποιητής και εικαστικός Ρενέ Ρικάρ έγραψε στο πρώτο αφιέρωμα για τον Μπασκιά στο περιοδικό ArtForum. Το 1982 συμμετείχε στην έκθεση–παράσταση Μεταπρωτοπορία: Ιταλία–Αμερική, μαζί με νεο-εξπρεσιονιστές καλλιτέχνες. ο 1983 άρχισε να πραγματοποιεί ατομικές εκθέσεις και παράλληλα γνωρίστηκε με τον μέντορα της ποπ αρτ, Άντι Γουόρχολ, μια σχέση που διήρκεσε έως τον θάνατο του Γουόρχολ, το 1987.
Το 1985, η φωτογραφία του έγινε εξώφυλλο στο περιοδικό των New York Times, για το άρθρο «Νέα Τέχνη, Νέο Χρήμα: Το Μάρκετινγκ ενός Αμερικανού Καλλιτέχνη». Τη διετία 1986 έως 1988 ταξίδεψε σε Ευρώπη και Αφρική, όπου πραγματοποίησε αρκετές εκθέσεις ζωγραφικής.
Το 1988 πέθανε από υπερβολική δόση σε ηλικία 27 ετών.
Photo by Keystone/Getty Images
Ella Fitzerald
Η Έλλα Φιτζέραλντ γεννήθηκε στις 25 Απριλίου 1917 στο Νιούπορτ Νιουζ της Βιρτζίνιας. Η μητέρα της μετακόμισε μαζί της στη βιομηχανική πόλη Γιόνκερς, στα βόρεια της πολιτείας της Νέας Υόρκης. Πίεσε την Έλλα να ασχοληθεί με το τραγούδι και εκείνη έβαλε το όνομά της σε λίστα υποψηφίων διαγωνισμού στο θέατρο Apollo του Χάρλεμ το 1934. Είναι μία από τις σημαντικότερες μορφές της jazz ενώ Κέρδισε 14 βραβεία Γκράμι και γνώρισε πολυάριθμες τιμητικές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν οι απονομές του Εθνικού Μεταλλίου Τέχνης (1987) και του Προεδρικού Μεταλλίου της Ελευθερίας (Δεκέμβριος 1992).
Έχοντας κερδίσει σε αρκετούς διαγωνισμούς ταλέντου, στα μέσα της δεκαετίας του ’30 γνώρισε τον Μπένι Κάρτερ και μέσω αυτού τον Τσικ Γουέμπ, οποίος ήταν αρχηγός και ντράμερ της προσωπικής του ορχήστρας. Μαζί του ηχογράφησε τις πρώτες μεγάλες επιτυχίες της, όπως το Α-Tisket, Α-Tasket και το Undecided. Πέντε χρόνια αργότερα ο Γουέμπ έφυγε από τη ζωή και και η Φιτζέραλντ έγινε αρχηγός του συγκροτήματος για τα επόμενα δύο χρόνια, ώσπου την ανακάλυψε ο Νόρμαν Γκραντς, που ήταν ιδιοκτήτης της μοναδικής τζαζ δισκογραφικής εταιρείας Verve. Έγινε μάνατζέρ της και κατάφερε να αναδείξει την τεράστιο εύρος της φωνής της, την μοναδική αίσθηση του τόνου που είχε και την ικανότητά της να αυτοσχεδιάζει. Πέθανε στις 15 Ιουνίου 1996 στο σπίτι της στο Beverly Hills.
Photo by Anthony Barboza/Getty Images
Faith Ringgold
Η Φέιθ Ρίνγκολντ γεννήθηκε στο Χάρλεμ στις 8 Οκτωβρίου 1930 και πέθανε στο Ένγκλγουντ στις 13 Απριλίου 2024. Ηταν Αμερικανίδα ζωγράφος, συγγραφέας, γλύπτρια και ακτιβίστρια. Τα έργα της και κυρίως τα παπλώματα που είναι σημείο-κατατεθέν της δουλειάς της είναι εμπνευσμένα από κοινωνικά θέματα όπως η οικογένειας, η φυλής, η τάξη και τα φύλα. Τα παπλώματα της Ringgold έχουν σχέδια που εξιστορούν τις εμπειρίες των Μαύρων Αμερικανών και έγιναν η χαρακτηριστική μορφή τέχνης της. Κατά τη διάρκεια της καριέρας της, προώθησε το έργο μαύρων καλλιτεχνών και τάχθηκε ενάντια στην περιθωριοποίησή τους από τα μουσεία τέχνης. Έγραψε και εικονογράφησε πάνω από δώδεκα παιδικά βιβλία ενώ έργα της βρίσκονται στις μόνιμες συλλογές του Μουσείου Guggenheim, του MET, του Museum of Arts and Design, του Philadelphia Museum of Art και του Schomburg Center for Research in Black Culture.
Οι γονείς της, Andrew Louis Jones και Willi Posey Jones, ήταν απόγονοι οικογενειών της εργατικής τάξης που εκτοπίστηκαν από τη Μεγάλη Μετανάστευση. Η μητέρα της Ρίνγκολντ ήταν σχεδιάστρια μόδας και ο πατέρας της ήταν εκπληκτικός αφηγητής. Ήταν εκείνοι που ενθάρρυναν τη δημιουργικότητά της με αποτέλεσμα το 1948 να δώσεις εξετάσεις στο City College της Νέας Υόρκης για να ασχοληθεί με την τέχνη αν και τελικά αναγκάστηκε να ασχοληθεί με την καλλιτεχνική εκπαίδευση, καθώς το συγκεκριμένο κολλέγιο επέτρεπε στις γυναίκες να εγγραφούν μόνο σε ορισμένες ειδικότητες. Το 1950, παντρεύτηκε τον jazz πιανίστα Robert Earl Wallace και απέκτησε δύο παιδιά, τη Michele και την Barbara Faith Wallace.
Το 1955 κατάφερε να πάρει το πτυχίο της από το City College και αμέσως μετά ξεκίνησε να διδάσκει σε δημόσιο σχολικό σύστημα της πόλης της Νέας Υόρκης. Το 1959, πήρε το μεταπτυχιακό της και έφυγε με τη μητέρα και τις κόρες της για το πρώτο τους ταξίδι στην Ευρώπη. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, δίδασκε στο Pratt Institute, στο Banks Street College of Education και στο Wagner College ενώ το 1987 δέχτηκε τη θέση διδασκαλίας στο Τμήμα Εικαστικών Τεχνών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια όπου και παρέμεινε μέχρι το 2002.
Photo by Bettmann Archive/Getty Images
Sydney Poitier
Ο Σίντνεϊ Πουατιέ (20 Φεβρουαρίου 1927 – 6 Ιανουαρίου 2022) ήταν ο πρώτος Αφροαμερικανός ηθοποιός του κινηματογράφου, που βραβεύτηκε με Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία του 1963 Κάτω από το βλέμμα του Θεού (Lillies of the Field). Ήταν επίσης σκηνοθέτης, συγγραφέας και διπλωμάτης. Το 2002 βραβεύτηκε με Τιμητικό Όσκαρ από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, για τα επιτεύγματά του ως καλλιτέχνης, αλλά και ως άνθρωπος και το 2009 τιμήθηκε με το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας από τον πρόεδρο των Η.Π.Α. Μπαράκ Ομπάμα. Από το 1997 ήταν πρέσβης των νησιών Μπαχάμες απ’ όπου κατάγεται και έζησε τα παιδικά του χρόνια.
Γεννήθηκε πρόωρα στο Μαϊάμι της Φλόριντα και οι ελπίδες επιβίωσης ήταν ελάχιστες, γι’ αυτόν το λόγο οι γονείς του, α και είχαν πάει επίσκεψη από τις Μπαχάμες, διέμειναν τρεις μήνες στις Η.Π.Α. για να τον φροντίσουν. Αυτός ήταν ο λόγος που πήρε αμέσως την αμερικανική ιθαγένεια. Στα 10 του χρόνια οι γονείς του μετακόμισαν στην πόλη Νασσάου στις Μπαχάμες και στα 15 του χρόνια οι γονείς του τον έστειλαν στο Μαϊάμι για να ζήσει με τον αδελφό του. Στα 17 του μετακόμισε στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε ως λαντζιέρης και έμαθε να διαβάζει με τη βοήθεια ενός Εβραίου σερβιτόρου που καθόταν μαζί του κάθε βράδυ. Αποφάσισε να καταταγεί στον Αμερικανικό Στρατό κι όταν απολύθηκε πέρασε από ακρόαση στο Αμερικανικό Θέατρο Νέγρων όπου τον δέχτηκαν αμέσως. Αυτή ήταν η αρχή της συγκλονιστικής του καριέρας.
Alice M. Walker
Photo by Leonardo Cendamo/Getty Images
Είναι η πρώτη Αφροαμερικανή που κέρδισε το Βραβείο Πούλιτζερ για για το κλασικό πλέον «The Color Purple», το οποίο έχει γίνει ταινία σε σκηνοθεσία του Stephen Spielberg. Γεννήθηκε στις 9 Φεβρουαρίου 1944, στο Eatonton της Τζόρτζια και ήταν το όγδοο παιδί του Willie Lee και της Minnie Lou Grant Walker. Σπούδασε στο Sarah Lawrence College και στη συνέχεια στο Spelman College της Ατλάντα για δύο χρόνια, όπου έγινε πολιτική ακτιβίστρια, γνώρισε τον Dr Martin Luther King, Jr. και συμμετείχε στην Πορεία του 1963 στην Ουάσιγκτον.
H Walker συνέχισε να εργάζεται στο κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων ενώ δίδασκε σε διάφορα πανεπιστήμια. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, έγινε επίσης μια σημαντική φωνή στο αναδυόμενο φεμινιστικό κίνημα με επικεφαλής κυρίως λευκές γυναίκες της μεσαίας τάξης. Έχοντας επίγνωση των θεμάτων της φυλής δημιούργησε μια συγκεκριμένη φεμινιστική θεωρία με επίκεντρο τη μαύρη γυναίκα εστιάζοντας στην καταπίεση και τον ρατσισμό που βιώνουν οι Αφροαμερικανές.
Αυτοπροσδιορίζεται ως «λάτρης της γης» που πιστεύει στην ιερότητά της και ενδιαφέρεται για τις παραδοσιακές θρησκείες των Αφρικανών και των ιθαγενών Αμερικανών προγόνων της. Στη Βόρεια Καλιφόρνια όπου ζει, επιδιώκει και εξασκεί αυστηρά τις αρχές μιας εξαιρετικά πνευματικής ζωής που βασίζεται στον καθημερινό διαλογισμό, τη γιόγκα και την ανατολική θρησκευτική σκέψη.