Το Κακουργιοδικείο του Παρισιού καταδίκασε τους ληστές που είχαν «αρπάξει» την Κιμ Καρντάσιαν το 2016 σε ποινές έως 8 χρόνια κάθειρξης, με τον «εγκέφαλο» Αομάρ Αΐτ Κεντάς να λαμβάνει τη μεγαλύτερη ποινή. Ωστόσο, λόγω προηγούμενης καταδίκης, δεν θα εκτίσει ποινή φυλάκισης.
Το δικαστήριο έλαβε υπόψη την ηλικία και την κατάσταση της υγείας των κατηγορουμένων, καθώς και το γεγονός ότι δεν είχαν εμπλακεί σε αξιόποινες πράξεις τα τελευταία χρόνια. Δύο άλλοι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν.
Διαβάστε παρακάτω
Σε ποινές έως 8 χρόνια κάθειρξης καταδίκασε χθες Παρασκευή 23 Μαΐου το Κακουργιοδικείο του Παρισιού τους «παππούδες ληστές» της Kim Kardashian.
Η βαρύτερη ποινή (οκτώ χρόνια, τα πέντε με αναστολή) επιβλήθηκε από το δικαστήριο στο Παρισι -που εκδίκασε την υπόθεση της Kim Kardashian -στον «εγκέφαλο» της ληστείας Αομάρ Αΐτ Κεντάς, ο οποίος ωστόσο δεν πρόκειται να οδηγηθεί στη φυλακή.
Το δικαστήριο αποφάσισε τη συγχώνευση της ποινής με μια προηγούμενη καταδίκη του Κεντάς σε πενταετή φυλάκιση, κάτι που σημαίνει ότι δεν θα επιστρέψει στο κελί του, όπως και κανείς από τους συνεργούς του. Οι ποινές που τους επιβλήθηκαν ήταν μικρότερες από αυτές που είχε ζητήσει ο εισαγγελέας.
Δύο άνδρες, που κατηγορούνταν ότι παρείχαν στους υπόλοιπους «πολύτιμες πληροφορίες» για το πρόγραμμα της βασίλισσας του τηλεριάλιτι, αθωώθηκαν.
Το δικαστήριο έλαβε υπόψη του το μεγάλο χρονικό διάστημα που έχει περάσει από την εποχή της ληστείας αλλά και το γεγονός ότι κανείς από τους κατηγορουμένους δεν ενεπλάκη σε κάτι αξιόποινο τα τελευταία εννιά χρόνια. Ο πρόεδρος του δικαστηρίου Νταβίντ Ντε Πας σχολίασε εξάλλου ότι «η κατάσταση της υγείας των βασικών πρωταγωνιστών απαγορεύει να φυλακίσουμε οποιονδήποτε και, λόγω αυτού, θα ήταν άδικο να σας στείλω στη φυλακή απόψε».
Ο 69χρονος Αομάρ Αΐτ Κεντάς, κρίθηκε ένοχος για τη ληστεία που διαπράχθηκε τη νύχτα της 2ας προς την 3η Οκτωβρίου 2016, με λεία κοσμήματα αξίας 9 εκατομμυρίων ευρώ. Ο «Γέρο-Ομάρ», όπως είναι το παρατσούκλι του, είναι πλέον κωφός και σχεδόν μουγγός. Παρακολουθούσε τη δίκη του από μια οθόνη όπου αναγράφονταν όσα λέγονταν στο δικαστήριο.